συλλογές
αφιερώματα
χριστιανικά
μεσαιωνικά
χάρτες
ψηφιδωτά
χειρόγραφα
ζωγραφική
γλυπτική
εγκαταστάσεις/κατασκευές
χαρακτική
φωτογραφία
αρχιτεκτονική
σκίτσα/σχέδια
λαϊκές τέχνες
κριτικές/παρουσιάσεις

Designed by TemplatesBox
ΖΩΓΡΑΦΙΚΗ

Σπύρος Παπαλουκάς

Έργα του Παπαλουκά

Δημήτρης Πικιώνης
αρχιτέκτων

ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΕΙΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΑΛΛΙΤΕΧΝΗ

περ. Ζυγός, τ. 31, Μάιος-Ιούνιος 1958


[... ] Είναι κατά περίεργη συγκυρία συνωνυμίας που ο πρώτος δάσκαλος του στο Παρίσι ήταν ένας Ρere Lucas. Εκείνος πρώτος του έδωσε την πολύτιμη συμβουλή που έμελλε να επηρεάσει ολάκερη τη ζωή του: « Προφυλαχθήτε, του είπε, από το να παρασυρθήτε από το αίσθημά σας. Πειθαρχήστε εις τις επιταγές του νηφάλιου Νου». Τα λόγι' αυτά έγιναν το Ευαγγέλιο της ζωής του.

Γυρίζοντας στην Ελλάδα, έτρεξε να ξαναδή τα έργα της Ελληνικής παράδοσης. Είχε πια την ωριμότητα για να δη πως στην τέχνη τούτη είταν ήδη τελεσμένος ο άθλος στον όποιο ξαναγύριζε η εποχή μας: την ανακατάχτηση μιας γλώσσας συμβολικής που θα μας ύψωνε απ' τα φαινόμενα εις τον υπερβατικό κόσμο των άρχων που τα κυβερνούνε. Εμπρός εις τις δυσκολίες των προβλημάτων που τον απασχολούσαν, πέρασαν απ’τό νου του, όπως μου είχε κάποτε εξομολογηθεί, ιδέες θανάτου.
Το ζήτημα είταν για μια ριζική αναθεώρηση των ζωγραφικών «αρχών». Αποτραβήχτηκε στην Αίγινα, εκεί στην ερημιά, να δούλεψη τα προβλήματα του. — Τα μαρτύρια των μόχθων της εποχής εκείνης είναι τα μικρόσχημα εκείνα τοπία της Αίγινας, που στόχος τους είναι η απόλυτη καθαρότητα στο χρώμα (1).

Όταν η μίξη δεν είναι η πρέπουσα, το χρώμα μολύνεται, αρρωσταίνει, χάνει σ' ένταση και αγνότητα. Πώς, τότε, μπορεί το χρώμα να γίνη το ιδεόγραμμα του φωτός; Όταν από πλούσιο σε παλλόμενες χρωματικές και τονικές απόχρωσες ενός πολύχυμου λουλουδιού που βρίσκεται στην ακμή της άνθησης, θάχουμε ένα στίγμα άψυχο, και μαραμένο; Η καθαρότητα τούτη του χρώματος, είχε για τον Παπαλουκά, όπως άλλωστε όλη του η καλλιτεχνική προσπάθεια, τη σημασία ενός αιτήματος θρησκευτικού.

Η προσπάθεια τούτη δεν έγινε ποτέ με τρόπο σχηματικό, όπως θα κινδύνευε εύκολα να συμβή. Δεν είταν συμβατική μέθοδο, μα αρχή ζώσα, ελεγχόμενη αέναα, ανανεούμενη κι εμπλουτιζόμενη με την άγρυπνη παρατήρηση. [... ]

[... ] Έτσι, ακολουθώντας ο Παπαλουκάς μιαν επιταγή αντικειμενικής εγκυρότητας, επιταγή ιδιάζουσα μάλιστα εις τη διαύγεια του Ελληνικού φωτός, ωρμήθη πρώιμα εις το να παραστήση τα είδωλα των αντικειμένων απάνω σ' ένα ιδεατό επίπεδο που βρίσκεται ανάμεσα στον καλλιτέχνη και τον πίνακα (2). Τούτο άλλωστε θα εξασφάλιση την ακεραιότητα του επιπέδου του ζωγραφικού πίνακος.
Θέλοντας να διώξη το πρώτο πλάνο, και να φέρη εμπρός το τελευταίο, ο Παπαλουκάς εξώγκωνε τη διάσταση του ύψους των μορφών του τελευταίου, φέρνοντάς τις έτσι κοντύτερα. Κι έδιωχνε το πρώτο με το κρύο το χρώμα. Η αρχή τούτη που εφάρμοσε ο Παπαλουκάς ιδιαίτερα είναι στα έργα των περιόδων του Αγίου Όρους και της Μυτιλήνης, που η πλήρωση της αρχής αυτής δίνει πραγματικά ένα πλαστικό βάρος και μιαν επιβλητικότητα εις το τελευταίο πλάνο, κι ιδιαίτερα όταν τούτο παριστάνει κορυφογραμμές και χαράδρες. Η ρωμαλέα διαγραφή των γύρω απ' τις ακρώρειες αντιθέσεων, η ωσάν απ' τα έγκατα των ορέων εκπηγάζουσα έξαρση των υπωρειών, οι κρημνώδεις χαράδρες... [... ]





Σημειώσεις

1. Για την κάθαρση τούτη, ο Παπαλουκάς απέκλεισε, όπως και οι εμπρεσιονιστές, τη χρήση του μαύρου που μόνο ως τοπικό χρώμα θα μπορούσε να νοηθή. Είναι η μίξη της βαθειάς ουλτραμαρίνας και της ψημμένης σιέννας πού μας δίνει μαύρα γεμάτα καθαρότητα κι ένταση. Περιώρισε επίσης την παλέττα του και ξεχώρισε τα χρώματα σε φωτεινά (κίτρινο του χρωμίου, οι λάκες κλπ.) και σε σκιερά (βερμιγιόν, ώχρα κλπ.). Ο περιορισμός του αριθμού, η αυστηρή διαστολή των χρωμάτων που ανήκουν στο φως κι εκείνων πού αρμόζουν για τη σκιά, όπως επίσης αυτών πού είναι για τα μεσόφωτα, έδινε μια εξαίρετη καθαρότητα κι ένταση στις μίξεις, κι αισθανόσουν πώς τούτες τις διεϊπε μια ρητή πλην μυστική συνέπεια.

2. Τα είδωλα μπορούν να σχηματισθούν επάνω σ'ένα επίπεδο, ενώ τα πράγματα τα ίδια θα νοηθούν στο πραγματικό τους το καθένα βάθος.
Κι ο Παρθένης μου έλεγε προ ετών, διαγράφοντας με το χέρι του ένα νοητό επίπεδο εμπρός στα μάτια του: « Και εγώ βλέπω επάνω σ' ένα επίπεδο ».