συλλογές
αφιερώματα
χριστιανικά
μεσαιωνικά
χάρτες
ψηφιδωτά
χειρόγραφα
ζωγραφική
γλυπτική
εγκαταστάσεις/κατασκευές
χαρακτική
φωτογραφία
αρχιτεκτονική
σκίτσα/σχέδια
λαϊκές τέχνες
κριτικές/παρουσιάσεις

Designed by TemplatesBox
ΚΡΙΤΙΚΕΣ / ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΕΙΣ


ΖΑΧΑΡΙΑΣ ΠΑΠΑΝΤΩΝΙΟΥ
Ποιητής, πεζογράφος, δημοσιογράφος

"Ο Μεταλογικός Χαλεπάς"

Ἀπό τό Μελετήματα γιὰ τὸν Χαλεπᾶ καὶ τὴν ἐποχή του,
ἐπιμ. Στρατῆ Φιλιππότη, ἐκδ. ΕΡΙΝΝΗ, Αθήνα 1999.

Ὅταν ξαναβγῆκε στὴν ἐπιφάνεια τὸ ὄνομα τοῦ Χαλεπᾶ ἐδῶ καὶ δεκαπέντε χρόνια, ἐνόμισαν πὼς ὁ γλύπτης ξαναβρῆκεν ἄξαφνα τὸ διανοητικό του φῶς καὶ ξανάρχισε τὴν ἐργασία του. Αὐτὸ βέβαια ἔγινε σὲ κάποιο διάσημο Ἰταλὸ γλύπτη, τὸν Τζέμιτο. Δυστυχῶς ὄχι στὸ Χαλεπᾶ. Οὔτε τὸ λογικό του εἶχε ξαναβρῇ ὁ ἐρημίτης τῆς Τήνου, οὔτε ἀπότομα ξανάρχισε τὴν ἐργασία του, ἐπειδὴ πάντοτε, καὶ μὲ τὸ λογικὸ χαμένο, ἐδούλευε στὸ ὑπόγειο τοῦ Πύργου. Τίποτε λοιπὸν δὲν εἶχεν ἀλλάξη στὸ δρᾶμα του. Τὸ μόνο νέο ποὺ ἔγινε ἦταν πὼς μὲ τὸ ἐνδιαφέρον καὶ τὸν ἐνθουσιασμὸ τοῦ μακαρίτη Θωμᾶ Θωμοπούλου μεταφέρθηκαν ἐδῶ ἕνα μέρος ἀπὸ τὸ νέο ἔργο τοῦ Χαλεπᾶ, τὸ σκεπασμένο ἀπὸ μυστήριο, καὶ εἴδαμε τί γινόταν μετὰ τὴν καταστροφὴ σ' ἐκεῖνο τὸ ὑπόγειο. Εἴδαμε πὼς ὁ Χαλεπᾶς ἦταν ἀκόμα γλύπτης. Πρᾶγμα ὅμως φυσικὸ κι' ἐνδιαφέρον γιὰ τὸν νευρολόγο, γιὰ τὸν ἐρευνητὴ τῆς τέχνης - ὁ γλύπτης αὐτὸς ἦταν ἕνας ἄλλος ἀπὸ τὸ νεοκλασσικὸ ποὺ εἶχε πλάση τὴν «Κοιμωμένη» καὶ τὸ «Σάτυρο» κι' ἀπὸ τὸν ἀκαδημαϊκό του ἀναγλύφου τῆς «Ἐλεημοσύνης». Ὁ νέος Χαλεπᾶς στὸ σκοτάδι τοῦ λογικοῦ του εἶχε πάρη τὸ ὕφος τῆς πρωτογένειας. Ἔγινε ἕνας πρωϊμιστής, ἕνας πριμιτιβίστ, ἂν θέλετε κι' ἕνας cubiste! Τὰ περισσότερα ἀπὸ τὰ νέα του ἔργα ἦταν βέβαια προσπάθειες παρατημένες, εἴτε ἀπὸ κούρασι, εἴτε ἀπὸ ἔλλειψι τῶν τεχνικῶν μέσων, λάμψεις ποὺ σβύνουν, ξεκινήματα καὶ σταματήματα, μπερδέματα καὶ αἰνίγματα, ποὺ περιπλέχτηκαν περισσότερο ἀπὸ τὴν ἑφτασφράγιστη σιωπὴ τοῦ μπαρμπα-Γιαννούλη. Μὰ τὸ ἀτελείωτο εἶνε μέσα στὸν πρωϊμισμό. Κι' ἔπειτα ὑπῆρχαν στὸ ἀγωνιῶδες αὐτὸ ἔργο καὶ ὡλοκληρωμένες μορφὲς ποὺ παρουσιάζουν ἀξιοσημείωτα χαρακτηριστικά, συγγενικὰ μὲ τὴν πρωτογένεια: Τὸν ἀφελῆ ρεαλισμὸ ποὺ δὲν ὑποχωρεῖ σὲ τίποτα -ὁ «Γαλατᾶς» κι' ὁ «Φαρμακοποιός» λόγου χάριν, δυὸ ἠθογραφίες, καμωμένες μὲ θαρραλέες ἁπλὲς ἐπιφάνειες καὶ ἀναζήτησι τοῦ ὄγκου, ποὺ θὰ τὰ ὑπέγραφεν εὐχαρίστως ἕνας μοντέρνος— καὶ τὸν ἀρχαϊσμό. Τὰ μικρὰ αὐτὰ γλυπτά, ἐντελῶς ἄσχετα μὲ τὸν πρῶτο Χαλεπᾶ, ἔδωσαν σημασία πρῶτο στὸν κόσμο ἐκεῖνο τῶν συντριμμάτων. Κάτι περισσότερο. Μέσα σ' αὐτὰ ἦταν καὶ ἡ πλαστικὴ σκέψι τῆς «Νεφέλης». Ὁ Χαλεπᾶς ἔπλασε μιὰ μορφὴ γυναίκας ποὺ πρόβαλεν ἀπὸ ἕνα ὄγκο μὲ τέτοιαν ἐλαφρότητα καὶ ἄνεσι, ὥστε νὰ ἐνσαρκώνῃ τὴ μακάρια κίνησι τῶν συννέφων στὸ διάστημα. Ἦταν ἡ ἰδέα τῆς νεφέλης. Ὥστε εἶχε μείνῃ στὸ γλύπτη ἡ ἱκανότης γιὰ κἄποιες πλαστικὲς ἰδέες. Αὐτὸ φάνηκε καλλίτερα ὅταν οἱ φροντίδες τῶν συγγενῶν του πρὸ δέκα χρόνων τὸν ἔφεραν ἐδῶ καὶ μαζὶ μὲ τὴν ἄνετη κατοικία καὶ τὴν ἀτμόσφαιρα τῆς στοργῆς βρῆκε τὴν εὐκολία νὰ χύνεται ὁ πηλὸς του στὸ γύψο. Ἐπάνω τώρα στὰ στοιχεῖα πού μᾶς δόθηκαν, στὴν ἐργασία αὐτὴ ποὺ ὁλόκληρα χρόνια ἦταν ἡ ἀκαθόριστη ἀναδυομένη ἀπὸ τὴ θάλασσα τοῦ ἀσυνειδήτου, ἂς προσπαθήσωμε νὰ περιγράψωμε τὴν περίπτωσι Χαλεπᾶ.

Τί ἔγινε μέσα σ' αὐτὸ τὸ πνεῦμα; Τί ἀπόμεινε μετὰ τὴν καταστροφή; Τί γεννήθηκε; Τὴν ὁλοκληρωτικὴ ἐνέργεια,τὴν κυριαρχία τῶν πνευματικῶν δυνάμεων ποὺ χρειάζεται γιὰ νὰ γίνῃ ἕνα ἔργο μὲ ἀρχὴ καὶ τέλος σὰν τὴν «Κοιμωμένη» δὲν θὰ τὴ βροῦμε βέβαια στὰ σημερινὰ δοκίμια. Ἀσφαλῶς ὅμως σ' αὐτὰ θὰ βροῦμε ὅλα ἐκεῖνα τὰ ἀντινοησιαρχικὰ στοιχεῖα ὅσα ἀγνοοῦν τὸ Λόγο ἢ τὸν πολεμοῦν: μ' ἄλλους λόγους τὴν τόλμη, τὸ συναισθηματικό, τὸ φαντασιωτικό. Αὐτὰ ποὺ κάνουν ἕναν αὐθόρμητο. Κι' ὁ Χαλεπᾶς αὐτὸ ἔγινε στὸ σκοτάδι του. Δὲν δανείστηκε τὸ ὕφος τῆς πρωτογένειας ἀπὸ κανένα, ὅπως πολλοὶ ἄλλοι, δὲν εἶχε ἰδῇ ποτὲ στὸν καλό του καιρό, τὸ ὕφος ποὺ πῆρε σήμερα. Ζήτησε μιὰ γλῶσσα γιὰ νὰ ἐκφρασθῇ καὶ βρῆκεν αὐτό. Ἔτσι ἔχουμε τουλάχιστον τὸν εἰλικρινέστερο πριμιτὶφ ποὺ μπορούσαμε νὰ βροῦμε! Αὐτὸν κανένας δὲν θὰ τὸν κατηγορήσῃ γιὰ μίμησι καὶ γιὰ ἀντιγραφή. Χάνοντας τὸ λογικό του διατήρησε τὴν πλαστικὴ ἱκανότητα, ξαναγεννήθηκεν ὅμως σ' ἕναν ἄλλο γλύπτη ποὺ δὲν εἶχε γνωρίσει τὸ γλύπτη τῆς Κοιμωμένης. Βέβαια ὁ κλασσικὸς του κόσμος δὲν εἶχεν ἐντελῶς ἐξαφανιστῇ. Ξαναρχόταν στὴ μεταλογικὴ του περίοδο, μὲ ἐπιμονὴ μάλιστα καὶ τοὔφερνε τὰ μυθολογικὰ καὶ ἀλληγορικὰ θέματα ποὺ τὸν εἶχαν ἀπασχολήσει στὸ Μόναχο, τὴν Καρτερία, τὴν Ἐλεημοσύνη, τὴν Ἀρετή, τὴν Ἑλένη, τὴν Μήδεια, ἰδίως αὐτὴ τὴν τελευταία ποὺ τὸν κατεῖχε. Εἰκόνα ἐπίμονη, ἰδανικὸ ἀπλησίαστο, ἀδιάκοπη πρόκλησι καὶ μαστίγωμα τῆς ἐνεργείας του ἡ Μήδεια. Πόσες εἶχε κάμει! Πόσες ἔμειναν πηλὸς καὶ καταστράφηκαν στὸ ὑπόγειό του! Πρέπει ὅμως νὰ σημειωθῇ, πὼς καὶ τὰ κλασσικιστικὰ τοῦτα θέματα ποὺ ἐπίμονα τὸν τριγύριζαν, τὰ χειριζόταν τώρα στὸ ὕφος τῆς πρωτογένειας. Ζητοῦσε νὰ τὰ μεταφράσῃ στὴ νέα του τεχνοτροπία. Κοντολογὴς ὁ μεταλογικὸς Χαλεπᾶς ζητῶντας μέσα στὸ σκοτάδι του τρόπο γιὰ νὰ ἐκφράσῃ αὐτὸ ποὺ εἶχε, αὐτὸ τὸ ἀκαθόριστο, τὸ ταραγμένο, τὸ φευγαλέο, τὸ ἀσύλληπτο, βρῆκεν ἄλλη γλώσσα ἀπὸ κείνη ποὺ εἶχε στὰ λογικά του καὶ μετάφραζε σ' αὐτὴ τὴ γλώσσα, στὸν πριμιτιβισμό, ἀκόμα καὶ τὶς ἀναμνήσεις του, τὶς μουσειακές του ἐντυπώσεις, τὰ παλαιὰ θέματα ποὺ τὸν εἶχαν ἀπασχολήσει, τὶς ἰδέες τοῦ κόσμου τῆς Κοιμωμένης καὶ τοῦ Σατύρου. Μιὰ προσπάθεια ποὺ τὸν εἶχεν ἀπορροφήσει ὁλόκληρον ἦταν καθὼς κατάλαβα βλέποντας τὸ σκοτεινό του ἔργο ἡ προσπάθεια νὰ κάμῃ μιὰ ἄλλη γυναῖκα μετὰ τὴν Κοιμωμένη καὶ νὰ τὴν ὑψώσῃ σὰν ἐκείνη σὲ ἰδέα. Στὸ ὑπόγειο τοῦ Πύργου ἔφτιανε τὴν Ψυχορραγοῦσα, ἕνα τραγικὸ γυναικεῖο γυμνὸ ποὺ γκρεμιζόταν σὰν χτυπημένο ἀπὸ κεραυνό. Στὴν Ἀθήνα τελευταῖα ἔπλασε τὴν Ἀφυπνιζομένη, ἢ καλλίτερα τὸ «Ξύπνημα». Μιὰ γυμνὴ γυναῖκα ξαπλωμένη ἔβγαινε ἀπὸ τὸν ὕπνο καὶ ἄνοιγε τὰ μάτια της στὸ φῶς νοητοῦ ἥλιου, στὸ γαλάζιο τοῦ χριστιανικοῦ οὐρανοῦ. Αὐτὴ τὴν ἐντύπωση κατώρθωσε νὰ τὴ δώση στὸ θεατή. Ὅσα ἐλαττώματα κι ἂν τοῦ βροῦμε εἶνε βέβαιο πὼς στὸ γυμνὸ αὐτὸ ὁ Χαλεπᾶς συγκέντρωσε τὶς δυνάμεις ποὺ τοῦ ἀπόμειναν καὶ μπόρεσε νὰ δώσῃ στὸ πρόσωπο τῆς γυναίκας αὐτῆς ἕνα ὀπτασιακὸ φῶς. Περισσότερα δὲν πρέπει νὰ ζητήσωμε. Τὰ βαθειὰ γηρατειὰ ἐναντιώνονταν στὰ περισσότερα. Ὅ,τι μπόρεσε νὰ σώσωμε ἀπὸ τὸ σκοτάδι εἶνε ἕνα κέρδος. Εἶνε πολύ. Κι' ἔπειτα ἂς μὴ λησμονοῦμε πὼς πρόκειται γιὰ τὸν τεχνίτη ποὺ ἔχει δώσει τὴν Κοιμωμένη. Μποροῦσε νὰ παλέψῃ ὁ τωρινὸς Χαλεπᾶς μὲ τέτοιο παρελθόν; Ἡ χριστιανικὴ ἰδέα ποὺ ἔστησε στὸ νεκροταφεῖο τῆς Ἀθήνας, ὁ θεῖος, ὁ διάφανος αὐτὸς ὕπνος, δὲν εἶνε μόνο τὸ ἀριστούργημα τοῦ Χαλεπᾶ καὶ τῆς νεοελληνικῆς γλυπτικῆς, εἶνε ἕνα ἀπὸ τὰ ὡραιότερα δημιουργήματα ποὺ ἔδωκεν ἡ τέχνη τῆς ἐποχῆς μας.

Προσπάθησα νὰ δώσω μιὰ ἰδέα τῆς τραγικῆς του προσπάθειας. Ὁ ἐρευνητὴς τῆς τέχνης ἂς βγάλῃ τὰ συμπεράσματά του, ὁ ψυχίατρος τὰ δικά του. Νομίζω πὼς ὁ Χαλεπᾶς μὲ τὸ μεταλογικὸ του ἔργο ἀφίνει γιὰ τὴν ἐπιστήμη τὸ ἐρώτημα τοῦτο: Ὑπάρχει μιὰ ξεχωριστὴ πλαστικὴ διάνοια ἀνεξάρτητη ἀπὸ τὴ λογικὴ διάνοια -ἢ τουλάχιστον ἐλάχιστα ὑποταγμένη στὰ ἀνώτερα πνευματικὰ κέντρα- ἱκανὴ νὰ αὐτενεργήση ὅταν λείψη ἡ πρώτη; Καὶ ὡς ποιὸ σημεῖο;